sharer
From LSJ
Ἤθους δὲ βάσανός ἐστιν ἀνθρώποις χρόνος → Est moris explorator humani dies → Des menschlichen Charakters Wetzstein ist die Zeit
English > Greek (Woodhouse)
substantive
fellow-worker: P. and V. συνεργός, ὁ or ἡ, συλλήπτωρ, ὁ, V. συνεργάτης, ὁ, fem., συνεργάτις, ἡ, P. συναγωνιστής, ὁ; see partner.