αἰθρία

From LSJ
Revision as of 10:48, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_12)

Κακὸν μέγιστον ἐν βροτοῖς ἀπληστία → Malumm est hominibus maximum immoderatio → Das größte Übel ist bei Menschen Völlerei

Menander, Monostichoi, 277
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: αἰθρία Medium diacritics: αἰθρία Low diacritics: αιθρία Capitals: ΑΙΘΡΙΑ
Transliteration A: aithría Transliteration B: aithria Transliteration C: aithria Beta Code: ai)qri/a

English (LSJ)

Ion. -ιη, ἡ,

   A = αἴθρη, first in Sol. 13.22, then in Ion. Prose, Com., X., and Arist.: ἐξ αἰθρίης καὶ νηνεμίης Hdt. 7.188; ἐξ αἰθρίας ἀστράψω Cratin.53, cf. Hdt.3.86, X.HG7.1.31; αἰθρίας οὔσης in clear weather, Arist. Mete.342a12; αἰθρίης or -ίας abs., Hdt.7.37, Ar.Nu. 371; τῆς αἰθρίας Arist.Pr.939b15.    2 esp. the clear cold air of night, Hdt.2.68, cf. Hp. Aët.8. [ῐ in penult. exc. in dact. and anap., Sol. l.c., Ar. l.c.]

Greek (Liddell-Scott)

αἰθρία: Ἰων, -ίη, ἡ, πεζὸς τύπος τοῦ ποιητ. αἴθρη, κατὰ πρῶτον ὅμως ἐν χρήσει παρὰ Σόλωνι, 13. 22· ἐξ αἰθρίης καὶ νηνεμίης, Ἡρ. 7. 188· ἐξ αἰθρίας ἀστράψω, Κρατῖνος ἐν «Δραπέτισι», 4· πρβλ. Ἡρόδ. 3. 86, Ξεν. Ἑλλ. 7. 1, 31· αἰθρίας οὕσης = ἐν καιρῷ ἀνεφέλῳ, per purum, ἀντίθετον τῷ ὅταν ἐπινέφελον ᾖ, Ἀριστ. Μετεωρ. 2. 9, 11, καὶ ἀλλ.· οὕτω καὶ αἰθρίης ἢ -ίας μόνον, Ἡρόδ. 7. 37. Ἀριστοφ. Νεφ. 371· τῆς αἰθρίας, Ἀριστ. Προβλ. 25. 18. ΙΙ. ὁ καθαρὸς οὐρανός, ὑπὸ τῆς αἰθρίας = ἐν ὑπαίθρῳ, Λατ. sub dio, Ξεν. Ἀν. 4, 4, 14. 2) ἰδίως ἐπὶ τοῦ καθαροῦ καὶ ψυχροῦ ἀέρος τῆς νυκτός, Ἡρόδ. 2. 68· καὶ οὕτω πιθαν. ἐν Ἱππ. Ἀέρ. 285. [ῐ ἐν τῇ παραληγούσῃ ἐκτὸς ἐν δακτυλικοῖς καὶ ἀναπαιστικοῖς μέτροις, Σόλων ἔνθ’ ἀνωτ., Ἀριστοφ. Νεφ. 371· πρβλ. Meineke, Κωμ. Ἀποσπ. 2 σ. 34.]