κεντέω τὸν πῶλον περὶ τὴν νύσσαν → of impetuous haste, goad the foal around the turning post
[Seite 2] ohne Barbarismen, EM.
ἀβαρβαρίστως: ἄνευ βαρβαρισμῶν, Ἐτυμ. Μ.: -ιστί, Βοασσ. Ἀνέκδ. 3. 160.