προμηθία

From LSJ
Revision as of 16:50, 10 January 2023 by Spiros (talk | contribs)

Τὸν εὖ ποιοῦνθ' (εὐποροῦνθ') ἕκαστος ἡδέως ὁρᾷ → Den, der ihm wohltut, freut ein jeder sich zu sehn

Menander, Monostichoi, 501
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προμηθία Medium diacritics: προμηθία Low diacritics: προμηθία Capitals: ΠΡΟΜΗΘΙΑ
Transliteration A: promēthía Transliteration B: promēthia Transliteration C: promithia Beta Code: promhqi/a

English (LSJ)

προμηθίη, v. προμήθεια (foresight, forethought).

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
c. προμήθεια.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προμηθία -ας, ἡ Ion. προμηθίη zie προμήθεια.

Russian (Dvoretsky)

προμηθία: ион. Aesch., Eur. προμηθίη ἡ = προμήθεια.

Greek Monolingual

ἡ, Α
(ποιητ. τ.) βλ. προμήθεια.

Greek Monotonic

προμηθία: -ίη, βλ. προμήθεια.

Greek (Liddell-Scott)

προμηθία: -ίη, ἴδε προμήθεια.