συριγγίς

From LSJ
Revision as of 14:20, 1 March 2024 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Τῶν δυστυχούντων εὐτυχὴς οὐδεὶς φίλοςFelix amicus nullus infelicibus → für die im Unglück ist kein Glücklicher ein Freund

Menander, Monostichoi, 502
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῡριγγίς Medium diacritics: συριγγίς Low diacritics: συριγγίς Capitals: ΣΥΡΙΓΓΙΣ
Transliteration A: syringís Transliteration B: syringis Transliteration C: syriggis Beta Code: suriggi/s

English (LSJ)

-ίδος, ἡ, like a pipe, κασία, i.e. quill-cassia, Androm. ap. Gal. 14.73.

Greek (Liddell-Scott)

σῡριγγίς: -ίδος, ἡ, ὁμοία πρὸς σύριγγα, κασία Γαλην. Ἀντιδ. 1. 14.

Greek Monolingual

-ίδος, ἡ, Α
αυτή που είναι όμοια με σύριγγα («συριγγὶς κασία», Ανδρόμ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < σῦριγξ, σύριγγος + κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. πινακίς)].