δημαίτητος

From LSJ
Revision as of 11:39, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_18)

Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch

Menander, Monostichoi, 441

German (Pape)

[Seite 561] vom Volke gefordert, Synes.

Greek (Liddell-Scott)

δημαίτητος: -ον, ὁ ὑπὸ τοῦ λαοῦ αἰτούμενος, ὁ ἀρχιερεὺς ὀφείλει εἶναιθεαίτητοςδημαίτητος Συνέσ. 174Β.