προεχής
From LSJ
Πολλοὺς τρέφειν εἴωθε τἀδικήματα → Multos consuevit alere iniuria et nefas → Gar viele sind's, die Unrechttun zu nähren pflegt
English (LSJ)
ές,
A prominent, coming forward, in paintings, Plu.Fr.13.2 (προσ- codd.). II = σπουδαῖος, κραταιός, Hsch.
German (Pape)
[Seite 722] ές, hervorragend, Hesych. erkl. σπουδαῖος, κραταιός.
Greek (Liddell-Scott)
προεχής: -ές, = προέχων Ἱππόλ. Αἰρ. 364, 9· «σπουδαῖος, κραταιὸς» Ἡσύχ.· ἰδὲ ἐν λέξ. προσεχής.