ἀναγωγεύς
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
English (LSJ)
έως, ὁ,
A one that brings up from below, ψυχῶν ἀ. Procl. H.1.34. II strap for holding a shield, Eust.995.26: in pl., straps which keep up the sandal round the foot, Ael.VH9.11, Ath.12.543f.
German (Pape)
[Seite 185] ὁ, der Heraufführer, ψυχῶν, von dem die Seelen zur höhern Region des Lichts hinausführenden Gotte, Procl. Hymn. Ein zum Herausziehen dienender Riemen, Strick, Schildhalter, Eusth.; Schuhriemen, oder das Hinterblatt der Schuhe, βλαυτῶν, Ael. V. H. 9, 11 Ath. XII, 543 f.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναγωγεύς: έως, ὁ, ὁ ἐκ τῶν κάτω πρὸς τὰ ἄνω ἄγων, ὁ ἀναβιβάζων, ψυχῶν ἀν. Πρόκλ. ὕμ. εἰς Ἥλ. 34. 2) μηχανὴ πρὸς ἀναγωγὴν ὕδατος, Εὐστ. Πονημάτ. 328. 25. ΙΙ. ὁ ἱμὰς δι’ οὗ κρατεῖται ἄνω ἡ ἀσπίς, ὁ ἄλλως τελαμὼν ἢ ἀναφορεύς, Εὐστ. 995. 26: ― ἀναγωγεῖς ἐκαλοῦντο τὰ λωρία, τὰ ὁποῖα ἐτήρουν τὸ σανδάλιον προσηρμοσμένον εἰς τὸν πόδα, στερεούμενα ἔμπροσθεν διὰ τῶν ἀνασπαστῶν Αἰλ. Π. Ἱ. 9. 11 (ὅρα καὶ τὴν σημείωσιν τοῦ Perizon.), Ἀθήν. 543F.