ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft
[Seite 509] p. part. perf. zu παραβαίνω, statt παραβεβαώς, Il.
duel παρβεβαῶτε;part. pf. épq. de παραβαίνω.