σιδηρουργεῖον
From LSJ
ὁ νόμος βούλεται μὲν εὑεργετεῖν βίον ἀνθρώπων (Democritus) → Law is meant to benefit human life
English (LSJ)
τό,
A iron-mine, Str.4.2.2, 5.1.8, 17.2.2.
German (Pape)
[Seite 880] τό, Eisengrube, Eisenschmiede, Strab. 4, 2, 2 u. sonst.
Greek (Liddell-Scott)
σῐδηρουργεῖον: τό, ἐργαστήριον σιδήρου, Στράβ. 191, 214, 821.