ἑὰν δὲ προσποιούμενος ᾗ τὰ μαθήματά πως ἀπείρως προβάλλων, οὐκ ἔστιν αἰτίας ἔξω → But should one profess knowledge as he puts forward something in an inexperienced way, he is not without blame (Pappus 3.1.30.31f.)
Full diacritics: μελογράφος | Medium diacritics: μελογράφος | Low diacritics: μελογράφος | Capitals: ΜΕΛΟΓΡΑΦΟΣ |
Transliteration A: melográphos | Transliteration B: melographos | Transliteration C: melografos | Beta Code: melogra/fos |
[ᾰ], ὁ,
A writer of songs, AP11.133 (Lucill.), Vett.Val.75.7.
[Seite 127] Lieder schreibend, dichtend, Lucill. 77 (XI, 133).
μελογράφος: -ον, (μέλος Β) ὁ γράφων μελῳδίας, ᾄσματα, ᾠδάς, Ἀνθ. Π. 11. 133.