Καλῶς ἀκούειν μᾶλλον ἢ πλουτεῖν θέλε → Opulentiae antepone rumorem bonum → Erstrebe anstatt Reichtum lieber guten Ruf
Full diacritics: θυρσίτης | Medium diacritics: θυρσίτης | Low diacritics: θυρσίτης | Capitals: ΘΥΡΣΙΤΗΣ |
Transliteration A: thyrsítēs | Transliteration B: thyrsitēs | Transliteration C: thyrsitis | Beta Code: qursi/ths |
[ῑ], ου, ὁ,= ὠκιμοειδές, Ps.-Dsc.4.28 (with
A v.l. -ῖτις).
θυρσίτης: ῑ, ου, ὁ, = ὠκιμοειδές, Διοσκ. (ἐκ τῶν νόθ. λ.) 4. 28.
θυρσίτης, ὁ (Α) θύρσος
1. είδος ευώδους φυτού, αλλ. ώκιμοειδές
2. είδος πολύτιμου λίθου που μοιάζει με κοράλλι.