τιτρωσμός
From LSJ
Φιλοκαλοῦμέν τε γὰρ μετ' εὐτελείας καὶ φιλοσοφοῦμεν ἄνευ μαλακίας → Our love of what is beautiful does not lead to extravagance; our love of the things of the mind does not makes us soft.
German (Pape)
[Seite 1121] ὁ, Verwundung, – Fehlgeburt, Hippocr.
Greek (Liddell-Scott)
τιτρωσμός: ὁ, πλημμ. γραφὴ ἀντὶ τρωσμός, τιτρωσμοὶ γίνονται ἀντὶ τρωσμοὶ παρ’ Ἱππ. 601. 30.
Greek Monolingual
ὁ, Α
(εσφ. γρφ·) βλ. τρωσμός.