ἐνικάτθεο

From LSJ
Revision as of 22:44, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

νόσημα γὰρ αἴσχιστον εἶναί φημι συνθέτους λόγους → for I consider false words to be the foulest sickness

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνικάτθεο Medium diacritics: ἐνικάτθεο Low diacritics: ενικάτθεο Capitals: ΕΝΙΚΑΤΘΕΟ
Transliteration A: enikáttheo Transliteration B: enikattheo Transliteration C: enikattheo Beta Code: e)nika/tqeo

English (LSJ)

ἐνι-κάτθετο, Ep. aor. 2 of ἐγκατατίθημι.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνικάτθεο: ἐνικάτθετο, Ἐπικ. ἀόρ. β΄ τοῦ ἐγκατατίθημι.

Greek Monotonic

ἐνικάτθεο: ἐνικάτθετο, Επικ. αντί ἐγκαταθοῦ, ἐγκατέθετο και βʹ ενικ. Μέσ. αορ. βʹ του ἐγκατατίθημι.