παλαιομάγαδις
From LSJ
Οὐκ ἔστι σιγᾶν αἰσχρόν, ἀλλ' εἰκῆ λαλεῖν → Silere non est turpe, sed frustra loqui → nicht Schweigen schändet, sondern Schwätzen auf gut Glück
English (LSJ)
[μᾰ], ἡ,
A = μάγαδις 11, Ath.4.182d.
German (Pape)
[Seite 445] ὁ, = μάγαδις, Ath. IV, 182 d.
Greek (Liddell-Scott)
παλαιομάγαδις: ὁ, = μάγαδις, Ἀθήν. 182Β.
Greek Monolingual
παλαιομάγαδις, ἡ (Α)
λυδικός αυλός, πλαγίαυλος που παρήγε φθόγγο χαμηλό και υψηλό, βαρύ ή οξύ ταυτόχρονα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < παλαιο- + μάγαδις «είδος μουσικού οργάνου»].