ἡμιφαής
From LSJ
τους φίλους λόγων τέχναιν επαίδευσας → Using 2 artifices, you educated (taught) those who love rhetoric.
English (LSJ)
ές,
A half-shining,= ἡμιφανής, λάρναξ AP 7.478 (Leon., sed leg. ἡμιχανεῖ).
German (Pape)
[Seite 1171] λάρναξ, halb erscheinend, d. i. halb offen, Leon. Tar. 67 (VII, 478).
Greek (Liddell-Scott)
ἡμιφαής: ἡμιφανής, λάρναξ Ἀνθ. Π. 7. 478.
French (Bailly abrégé)
ής, ές :
à moitié visible.
Étymologie: ἡμι-, φάος.