Θεὸν προτίμα, δεύτερον δὲ τοὺς γονεῖς → Post deum habeas parentes proximo loco → Vor allem ehre Gott, die Eltern gleich nach ihm
Full diacritics: ὀχθοφύλαξ | Medium diacritics: ὀχθοφύλαξ | Low diacritics: οχθοφύλαξ | Capitals: ΟΧΘΟΦΥΛΑΞ |
Transliteration A: ochthophýlax | Transliteration B: ochthophylax | Transliteration C: ochthofylaks | Beta Code: o)xqofu/lac |
[ῠ], ᾰκος, ὁ,
A watchman on a river-bank, Lat. riparius, Gloss.
[Seite 430] ακος, ὁ, Hügel-, Uferwächter.
ὀχθοφύλαξ: [ῠ], -ᾰκος, ὁ, ἡ, ὁ φρουρῶν ἐπὶ λόφου, Γλωσσ.
ὀχθοφύλαξ, ὁ (Α)
φύλακας όχθης ποταμού.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄχθη + φύλαξ.