Γελᾷ δ' ὁ μῶρος, κἄν τι μὴ γελοῖον ᾖ → Mens stulta ridet, quando ridendum est nihil → Es lacht der Tor, auch wenn es nichts zu lachen gibt
Full diacritics: εὐάξων | Medium diacritics: εὐάξων | Low diacritics: ευάξων | Capitals: ΕΥΑΞΩΝ |
Transliteration A: euáxōn | Transliteration B: euaxōn | Transliteration C: evakson | Beta Code: eu)a/cwn |
A with beautiful axles, gloss on εὐάντυξ, Suid., Phot.
εὐάξων, ὁ, ἡ (Μ) άξων
(για άμαξα ή άλλο τροχοφόρο) αυτός που έχει καλούς, ωραίους άξονες, ο ευάντυξ.