ἠπερόπευμα
From LSJ
Φιλοσοφίαν δὲ τὴν μὲν κατὰ φύσιν, ὦ Βασιλεῦ, ἐπαίνει καὶ ἀσπάζου, τὴν δέ θεοκλυτεῖν φάσκουσαν παραίτου. → Praise and revere, O King, the philosophy that accords with nature, and avoid that which pretends to invoke the gods. (Philostratus, Ap. 5.37)
English (LSJ)
ατος, τό,
A cozener, γυναικῶν Critias 1.3 D.
German (Pape)
[Seite 1174] τό, Betrug, γυναικῶν, Anakreon, der die Frauen berückt, Critias bei Ath. XIII, 600 d, = Folgdm.
Greek (Liddell-Scott)
ἠπερόπευμα: τό, ἀπάτη, «ξεμυάλισμα», γυναικῶν ἠπερόπευμα καλεῖται ὁ Ἀνακρέων ὡς δελεάζων τὰς γυναῖκας, Κριτίας 7. 3.
Greek Monolingual
ἠπερόπευμα, το (Α) ηπεροπεύω
το ξεγέλασμα, το ξεμυάλισμα γυναίκας από γοητευτικό άντρα.