γυνὴ γὰρ οὐδὲν οἶδε πλὴν ὃ βούλεται → women know nothing except from what they want
[Seite 854] = ῥυτιδόω, Gloss.
ῥῠτίζω: ῥυτιδόω, Γλωσσ.
Μ ῥυτίς, -ίδος]ρυτιδώνω, ζαρώνω κάτι.