ἀκροστιχίς
From LSJ
English (LSJ)
ίδος, ἡ,
A acrostic, D.H.4.62, Cic.Div.2.54.111:— also ἀκρό-στιχα, τά, AP9.385 tit.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκροστιχίς: -ίδος, ἡ, βραχὺ ποίημα, ἐν ᾧ τὰ ἀρχικὰ γράμματα τῶν στίχων ἀποτελοῦσι λέξιν, Διον. Ἁλ. 4. 62., Κικ. Divin. 2. 54: - ὡσαύτως, -στίχιον, το, Χρησμ. Σιβυλλ. 8. 249., 11. 17, 23.
Spanish (DGE)
-ίδος, ἡ
• Morfología: [gen. -στοιχίδος Dioscorus 23.1]
acróstico D.H.4.62, Cic.Diu.2.111, GVI 261.12 (Licia I/II d.C.), IKyzikos 1.494.8 (I/II d.C.), Dioscorus 23.1.