ἐπιρρητορεύω

From LSJ
Revision as of 07:12, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (13)

Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst

Menander, Monostichoi, 142
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐπιρρητορεύω Medium diacritics: ἐπιρρητορεύω Low diacritics: επιρρητορεύω Capitals: ΕΠΙΡΡΗΤΟΡΕΥΩ
Transliteration A: epirrētoreúō Transliteration B: epirrētoreuō Transliteration C: epirritoreyo Beta Code: e)pirrhtoreu/w

English (LSJ)

   A declaim over, τί τινι Luc.Hist.Conscr.26; τι κατά τινος Ach.Tat.8.8.    II. introduce besides, τοὺς ἐπιλογικοὺς οἴκτους Ath.13.590e.

Greek (Liddell-Scott)

ἐπιρρητορεύω: ῥητορεύω ἐπί τινος, ἐπάνω εἴς τινα, ὃς τοιαῦτα καὶ τοσαῦτα ἐπερρητόρευσεν αὐτῷ Λουκ. πῶς δεῖ Ἱστ. Συγγρ. 26· τι κατά τινος Ἀχ. Τάτ. 8. 8. ΙΙ. εἰσάγω πρὸς τούτοις ὡς ῥητορικὸν ἐπίλογον, Ἀθήν. 590Ε.

French (Bailly abrégé)

débiter sur un ton de rhéteur, déclamer.
Étymologie: ἐπί, ῥητορεύω.

Greek Monolingual

ἐπιρρητορεύω (Α) ρητορεύω
1. ρητορεύω, μιλώ για κάτι
2. προσθέτω στο τέλος του ρητορικού μου λόγου.