ἀναγκαίη
ἐκ Χάεος δ' Ἔρεβός τε μέλαινά τε Νὺξ ἐγένοντο... (Hesiod's Theogony 123) → From Chasm, Erebos and black Night came to be...
English (LSJ)
ἡ, Ep. and Ion, for ἀνάγκη, Il.6.85, Tyrt.6, Sol.36.8, Hdt.1.11, etc.
German (Pape)
[Seite 183] fem. von ἀναγκαῖος, als substant. Homerisch = ἀνάγκη, das adjectiv. statt des subst., wie z. B. παρθενική statt παρθένος u. s. w. Iliad. 4, 300 ἀναγκαίῃ πολεμίζειν; 6, 85 Od. 19, 73 ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει; Her. 1, 74.
Greek (Liddell-Scott)
ἀναγκαίη: ἡ, Ἐπ. καὶ Ἰων. ἀντὶ ἀνάγκη, Ὅμ., Τυρτ., Σόλων, Ἡροδ., κτλ.
French (Bailly abrégé)
ης (ἡ) :
1 la nécessité;
2 liens du sang.
Étymologie: fém. de ἀναγκαῖος.
English (Autenrieth)
(= ἀνάγκη): necessity, constraint; dat., perforce, Il. 4.300 ; ἀναγκαίηφι δαμέντες, Il. 20.143.
Spanish (DGE)
-ης, ἡ
• Prosodia: [ᾰ-]
1 necesidad, fuerza mayor Δαναοῖσι μαχησόμεθ' ... ἀναγκαίη γὰρ ἐπείγει Il.6.85
•personif. la Necesidad, la Fatalidad Call.Del.122
•esp. coacción, imposición, dominio, servidumbre ὑπ' ἀναγκαίῃ δεδμήσεσθ' ἤματα πάντα h.Ap.543, ἀναγκαίης ὑπὸ λυγρῆς de los mesenios sometidos a los espartanos, Tyrt.5.2, ὄφρα ... ἀναγκαίῃ πολεμίζοι para que tuviera que luchar a la fuerza, Il.4.300, cf. Hdt.1.11
•necesidad biológica, ref. a la pobreza o al hambre Od.19.73.
2 parentesco Hdt.1.74. Cf. ἀνάγκη.