μορφά

From LSJ
Revision as of 12:36, 17 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (slb)

Ἡ γὰρ σιωπὴ μαρτυρεῖ τὸ μὴ θέλειν → Hominem non velle significat silentium → Das Schweigen zeugt davon, dass der, der schweigt, nicht will

Menander, Monostichoi, 223

French (Bailly abrégé)

dor. c. μορφή.

English (Slater)

μορφά (-ᾷ, -άν.)
   1 bodily form, build μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ' ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ Herakles (I. 4.53) οἷς αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (O. 6.76) ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι (O. 9.65) ἐὼν καλὸς ἔρδων τ' ἐοικότα μορφᾷ (N. 3.19) εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους (N. 11.13)

English (Slater)

μορφά (-ᾷ, -άν.)
   1 bodily form, build μορφὰν βραχύς, ψυχὰν δ' ἄκαμπτος, προσπαλαίσων ἦλθ ἀνὴρ Herakles (I. 4.53) οἷς αἰδοία ποτιστάξῃ Χάρις εὐκλέα μορφάν (O. 6.76) ὑπέρφατον ἄνδρα μορφᾷ τε καὶ ἔργοισι (O. 9.65) ἐὼν καλὸς ἔρδων τ' ἐοικότα μορφᾷ (N. 3.19) εἰ δέ τις ὄλβον ἔχων μορφᾷ παραμεύσεται ἄλλους (N. 11.13)