κρατησιβίας
From LSJ
Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
English (LSJ)
ὁ,
A = κραταίβιος, Pi.Fr.16.
Greek (Liddell-Scott)
κρᾰτησιβίας: ὁ, ῥωμαλέος, Εὐστ. Πονημάτ. σ. 56, 18, ἴδε ἐν λέξ. κραταίβιος.