δορίκτυπος
From LSJ
Ζήτει σεαυτῷ καταλιπεῖν εὐδοξίαν → Tibi studeto gloriam relinquere → Dir guten Ruf zu hinterlassen sei bemüht
English (LSJ)
ον,
A spear-clashing, Pi.N.3.60.
German (Pape)
[Seite 658] speerklingend; ἀλαλά Pind. N. 3, 57; Αἰακίδαι 7, 9.
Greek (Liddell-Scott)
δορίκτῠπος: -ον, ὁ τὰς λόγχας κτυπῶν, συγκροτῶν, Πίνδ. Ν. 3. 103.
English (Slater)
δορίκτῠπος, -ον
1 of, with clashing spears πεμφθεὶς ὑπὸ Τροίαν δορίκτυπον ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν (edd. refer the adj. to either Τροίαν or ἀλαλάν) (N. 3.60) πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ δορικτύπων Αἰακιδᾶν (N. 7.9)
English (Slater)
δορίκτῠπος, -ον
1 of, with clashing spears πεμφθεὶς ὑπὸ Τροίαν δορίκτυπον ἀλαλὰν Λυκίων τε προσμένοι καὶ Φρυγῶν (edd. refer the adj. to either Τροίαν or ἀλαλάν) (N. 3.60) πόλιν γὰρ φιλόμολπον οἰκεῖ δορικτύπων Αἰακιδᾶν (N. 7.9)