ἀκροβελίς

From LSJ
Revision as of 06:24, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (2)

Πενίας βαρύτερον οὐδέν ἐστι φορτίονOnus est inopia longe gravius ceteris → Als Armut gibt es keine Last, die schwerer wiegt

Menander, Monostichoi, 450
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀκροβελίς Medium diacritics: ἀκροβελίς Low diacritics: ακροβελίς Capitals: ΑΚΡΟΒΕΛΙΣ
Transliteration A: akrobelís Transliteration B: akrobelis Transliteration C: akrovelis Beta Code: a)krobeli/s

English (LSJ)

ίδος, ἡ, (ὀβελός)

   A point of dart, Archipp.10.    II = εἶδος ἀκοντίου, Suid.

German (Pape)

[Seite 82] ίδος, ἡ, Spitze des Bratspießes, Archipp. B. A. 371.

Greek (Liddell-Scott)

ἀκροβελίς: -ίδος, ἡ, ἡ αἰχμὴ βέλους ἢ ὀβελός, «σοῦβλα». Ἄρχιππ. ἐν «Ἡρακλεῖ γαμοῦντι» 3.

Spanish (DGE)

-ίδος, ἡ

• Prosodia: [-ῐ-]
1 punta de asador Archipp.9, cf. ἀκροβελίδες· ἄκρα τοῦ ὀβελίτου ἄρτου ἢ τῶν ὀβελίσκων Hsch.
2 cierto dardo Sud.

Greek Monolingual

ἀκροβελίς (-ίδος), η (AM)
μσν.
1. «τὰ ἄκρα τῶν ὀβελῶν ἢ τοῡ ὀβελίου ἄρτου» (Μέγα Ετυμ.)
2. είδος ακοντίου (Σούδα)
αρχ.
η αιχμή του βέλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀκρο- (Ι) + ὀβελός.