Ἀσκραῖος

From LSJ
Revision as of 17:36, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (1b)

παρώνυμα δέ λέγεται ὅσα ἀπό τινος διαφέροντα τῇ πτώσει τήν κατά τοὔνομα προσηγορίαν ἔχει, οἷον ἀπό τῆς γραμματικῆς ὁ γραμματικός καί ἀπό τῆς ἀνδρείας ὁ ἀνδρεῖος. → Things are said to be named 'derivatively', which derive their name from some other nam

Source

Spanish (DGE)

-ου, ὁ 1 ascreo habitante de Ascra, en Beocia, esp. de Hesíodo Ἀσκραίων ... κώμην Hermesian.7.23, cf. Nic.Th.11, AP 7.52 (Demiurgus).
2 Ascreo epít. de Zeus en Halicarnaso, Apollon.Mir.13, Plu.2.501e.

Russian (Dvoretsky)

Ἀσκραῖος: родом из Аскры: ὁ Ἀ. ποιμήν Anth. = Ἡσίοδος.