προλογισμός
From LSJ
Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch
English (LSJ)
ὁ,
A previous consideration, Hierocl.in CA18p.460M.
Greek Monolingual
ὁ, Α προλογίζομαι
προηγούμενος στοχασμός, συλλογισμός.