burla
From LSJ
Πένης ὑπάρχων μὴ φρόνει τὰ πλουσίων → In paupertate spiritus fuge divitum → Als Armer pflege nicht der Reichen Denkungsart
Spanish > Greek
διάσυρσις, γελοιασμός, βωμολοχία, διαμώκησις, ἐξαθέρισις, ἀγχήνη, διαγέλως, ἐμπαιγμονή, ἔμπαιγμα, ἀπόσκωμμα, γέλοιος, διασυρμός, ἐμπαιγμός, ὀνειδισμός