ἐν πέτροισι πέτρον ἐκτρίβων → by grinding stone against stones
εἰσίτημα, εἰσιτητός, εἰσαγωγή, ἀποθήκη, γόνος, εἰσοδιασμός, εἴσοδος, ἀναφορά, ἀπαγωγή, ἐσκομιδή, εἰσκομιδή