ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν ὑδρορρόαι δύο ῥέουσιν μέλανος → two streams of black run from the eyes
ὁδευτής, Hsch.
[Seite 932] ὁ, = στιβεύς, Hesych. ὁδευτής.