μαντευτικός
From LSJ
δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
δέξηται, δέχονται, ύπεδέξατο, προσδέχεται → should receive, receive, received, receives
Full diacritics: μαντευτικός | Medium diacritics: μαντευτικός | Low diacritics: μαντευτικός | Capitals: ΜΑΝΤΕΥΤΙΚΟΣ |
Transliteration A: manteutikós | Transliteration B: manteutikos | Transliteration C: manteftikos | Beta Code: manteutiko/s |
ή, όν,
A of or for divination: ἡ -κή (sc. τέχνη), = μαντεία, f.l. in E.Ba.299 as cited by Plu.2.432e.
μαντευτικός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς μαντείαν· - ἡ -κή (ἐνν. τέχνη) = μαντεία, Πλούτ. 2. 432Ε.