κρειοφάγος
From LSJ
Νοεῖν γάρ ἐστι κρεῖττον καὶ σιγὴν ἔχειν → Bene iudicare maius est silentio → Klar denken ist ja besser und verschwiegen sein
English (LSJ)
f.l. for κριο-, Nic.Th.50.
Greek (Liddell-Scott)
κρειοφάγος: -ον, κρεοφάγος, σαρκοβόρος, Νικ. Θ. 50· ἴσως ἡμαρτημέν. ἀντὶ κριοφάγος (ὡς κρεῖος ἀντὶ κριός, ἴδε κριός).