κρειοφάγος

From LSJ

μάλα δ' ὦκα θύρηθ' ἔα ἀμφὶς ἐκείνων → very soon I was out, away from them | very soon was out of the water, and away from them

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κρειοφάγος Medium diacritics: κρειοφάγος Low diacritics: κρειοφάγος Capitals: ΚΡΕΙΟΦΑΓΟΣ
Transliteration A: kreiophágos Transliteration B: kreiophagos Transliteration C: kreiofagos Beta Code: kreiofa/gos

English (LSJ)

f.l. for κριο-, Nic.Th.50.

Greek (Liddell-Scott)

κρειοφάγος: -ον, κρεοφάγος, σαρκοβόρος, Νικ. Θ. 50· ἴσως ἡμαρτημέν. ἀντὶ κριοφάγος (ὡς κρεῖος ἀντὶ κριός, ἴδε κριός).

Greek Monolingual

κρειοφάγος, -ον (Α)
σαρκοφάγος, σαρκοβόρος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κρειο
βλ. κρεο- + -φάγος (< θ. φαγ- πρβλ. -φαγ-ον), πρβλ. σαρκοφάγος, φυτο-φάγος.

German (Pape)

p. = κρεωφάγος.