Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
[Seite 226] τό, = μόρον, Hesych.
μῶρον: τό, = μόρον, Ἀρετ. Ὀξ. Νούσ. Θεραπ. 1. 7. ― Κατὰ Κόντον (ἐν Ἀθηνᾶς τ. Γ΄, σ. 565) πλημμελὴς ὁ διὰ τοῦ ω τύπος.