πληγάς
From LSJ
Δοὺς τῇ τύχῃ τὸ μικρὸν ἐκλήψῃ μέγα → Dans parva sorti recipies, quae magna sunt → Es zahlt das Glück dir kleinen Einsatz groß zurück
English (LSJ)
άδος, ἡ,
A = δρέπανον, Id. II Πληγάδες, αἱ, = Συμπληγάδες, A.R.2.596,645.
German (Pape)
[Seite 631] ἡ, 1) = δρέπ ανον, Sichel, Hesych. – 2) αἱ Πληγάδες, = Συμπληγάδες, Ap. Rh.
Greek (Liddell-Scott)
πληγάς: -άδος, ἡ (πλήσσω) = δρέπανον, Χρησμ. Σιβ. 5. 221, Ἡσύχ. ΙΙ. Πληγάδες, αἱ = Συμπληγάδες, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 596. 645.