πρύλις
From LSJ
εἰ μέντοι νόμον τελεῖτε βασιλικὸν κατὰ τὴν γραφήν, Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν, καλῶς ποιεῖτε → Now if you're accomplishing the King's Law according to scripture — Thou shalt love thy neighbour as thyself — you're doing the right thing (James 2:8)
English (LSJ)
[ῠ], εως, ἡ,
A dance in armour, armed dance, Call.Jov.52, Dian.240; Cret., = πυρρίχη, acc. to Arist.Fr.519.
German (Pape)
[Seite 801] ἡ, ein Tanz in Waffen, wie πυῤῥίχη, nach Aristot. bei Schol. Pind. P. 2, 127 bei den Cypriern gebräuchlich; vgl. Callim. Iov. 52 Dian. 240.
Greek (Liddell-Scott)
πρύλῐς: [ῠ], εως, ἡ, ὄρχησις ἐν ὅπλοις, ἐνόπλιος ὄρχησις, Καλλ. εἰς Δία 52, εἰς Ἄρτ. 240· παρὰ τοῖς Κρησὶ συνώνυμον τῷ πυρρίχη κατὰ τὸν Ἀριστ. ἐν Ἀποσπ. 476. (Περὶ τῆς ἐτυμολογίας ἴδε Heins. Sil. Ital 3. 347).