σκληρότηρ
From LSJ
οὐ λήψει τὸ ὄνομα Κυρίου τοῦ Θεοῦ σου ἐπὶ ματαίω → thou shalt not take the name of the Lord thy God in vain
English (LSJ)
Eretrian for σκληρότης acc. to Pl.Cra.434c: but final -ς is preserved in Eretrian inscrr., only medial -σ- becoming -ρ-.
Greek (Liddell-Scott)
σκληρότηρ: κατὰ τὴν διάλεκτον τῶν Ἐρετριέων ἀντὶ σκληρότης, Πλάτ. Κρατ. 434C.