ἀντυποκρίνομαι
From LSJ
Κενῆς δὲ δόξης οὐδὲν ἀθλιώτερον → Nihil est inani gloria infelicius → Als leerer Ruhm jedoch ist nichts unseliger
English (LSJ)
ἀντυπουργέω, Ion. for ἀνθυπ-.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντυποκρίνομαι: ἀντυπουργέω, Ἰων. ἀντὶ ἀνθυπ-.
French (Bailly abrégé)
ion. c. ἀνθυποκρίνομαι.
Spanish (DGE)
v. ἀνθυποκρίνομαι.