μορφώτρια

From LSJ
Revision as of 07:27, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (25)

πολλὰ δ' ἄναντα κάταντα πάραντά τε δόχμιά τ' ἦλθον → and ever upward, downward, sideward, and aslant they went

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μορφώτρια Medium diacritics: μορφώτρια Low diacritics: μορφώτρια Capitals: ΜΟΡΦΩΤΡΙΑ
Transliteration A: morphṓtria Transliteration B: morphōtria Transliteration C: morfotria Beta Code: morfw/tria

English (LSJ)

ἡ, fem. as if from *μορφωτήρ, συῶν μ.

   A changing men into swine, E.Tr.437.

German (Pape)

[Seite 209] ἡ, (fem. zu μορφωτήρ), Bildnerinn; συῶν, Eur. Troad. 437.

Greek (Liddell-Scott)

μορφώτρια: ἡ, θηλ. ὡς ἐξ ἀρσ. μορφωτήρ, ἡ συῶν φορφώτρια Κίρκη, ἡ μεταμορφοῦσα τοὺς ἄνδρας εἰς χοίρους Κίρκη, Εὐρ. Τρῳ. 437.

French (Bailly abrégé)

ας;
adj. f.
qui donne une forme.
Étymologie: μορφόω.

Greek Monolingual

μορφώτρια, ἡ (Α)
(για την Κίρκη) αυτή που μεταμορφώνει («Λιγυστίς θ'ἡ συῶν μορφώτρια Κίρκη», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Θηλ. του αμάρτυρου μορφωτήρ (< μορφῶ)].