διάνημα
From LSJ
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
τοῦ δὲ πολέμου οἱ καιροὶ οὐ μενετοί → in war, opportunities won't wait | the chances of war will not wait (Thucydides 1.142.2)
Full diacritics: διάνημα | Medium diacritics: διάνημα | Low diacritics: διάνημα | Capitals: ΔΙΑΝΗΜΑ |
Transliteration A: diánēma | Transliteration B: dianēma | Transliteration C: dianima | Beta Code: dia/nhma |
ατος, τό,
A that which is spun, a thread, Pl.Plt.309b.
διάνημα: τὸ κλωσθέν, κλωστή, νῆμα, Πλάτ. Πολιτ. 309Β.
-ματος, τό entramado fig., Pl.Plt.309b.
διάνημα, το (Α) διανέω
1. η κλώση, το κλώσιμο
2. η κλωστή, το νήμα.