νυκτοπορία

From LSJ
Revision as of 00:36, 31 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (5)

τὸ κοῖλον τοῦ ποδὸς δεῖξαιshow the heels, show a clean pair of heels, show the hollow of the foot, run away

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκτοπορία Medium diacritics: νυκτοπορία Low diacritics: νυκτοπορία Capitals: ΝΥΚΤΟΠΟΡΙΑ
Transliteration A: nyktoporía Transliteration B: nyktoporia Transliteration C: nyktoporia Beta Code: nuktopori/a

English (LSJ)

ἡ,

   A night-march, Plb. 5.7.3, D.S.18.40, Plu.Alex.22.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
marche de nuit.
Étymologie: νύξ, πόρος.

Greek Monolingual

η (Α νυκτοπορία) νυκτοπόρος
(ιδίως για μετακινήσεις στρατευμάτων) πορεία στη διάρκεια της νύχτας, νυχτερινή πορεία.

Greek Monotonic

νυκτοπορία: ἡ, νυχτερινή περιήγηση, νυχτερινή πορεία, σε Πολύβ.