νυκτοπορία

From LSJ

Ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρίαRoot of all the evils is the love of money (Radix omnium malorum est cupiditas)

The Bible, 1 Timothy, 6:10
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νυκτοπορία Medium diacritics: νυκτοπορία Low diacritics: νυκτοπορία Capitals: ΝΥΚΤΟΠΟΡΙΑ
Transliteration A: nyktoporía Transliteration B: nyktoporia Transliteration C: nyktoporia Beta Code: nuktopori/a

English (LSJ)

ἡ, night-march, Plb. 5.7.3, D.S.18.40, Plu.Alex.22.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
marche de nuit.
Étymologie: νύξ, πόρος.

Greek Monolingual

η (Α νυκτοπορία) νυκτοπόρος
(ιδίως για μετακινήσεις στρατευμάτων) πορεία στη διάρκεια της νύχτας, νυχτερινή πορεία.

Greek Monotonic

νυκτοπορία: ἡ, νυχτερινή περιήγηση, νυχτερινή πορεία, σε Πολύβ.

German (Pape)

ἡ, Gang, Reise bei Nacht; Pol. 5.7.3, 97.5; auch νυκτοπορεία und νυκτιπορία geschrieben, vgl. Lobeck zu Phryn. 686; Plut. Alex. 23, Non posse 17.

Russian (Dvoretsky)

νυκτοπορία:ночной переход, ночное передвижение Polyb., Plut.

Middle Liddell

νυκτοπορία, ἡ,
a night-journey, night-march, Polyb.