μεταναιετάω
From LSJ
πάντων χρηµάτων µέτρον ἐστίν ἄνθρωπος, τῶν µέν ὄντων ὡς ἐστιν, τῶν δέ οὐκ ὄντων ὡς οὐκ ἔστιν → man is the measure of all things, of things which are, that they are, and of things which are not, that they are not (Protagoras fr.1)
English (LSJ)
A dwell with, τισι to be read metri gr. for μεταναίεται in h.Cer.87.
Greek (Liddell-Scott)
μεταναιετάω: κατοικῶ μετά τινος, τινὶ Ὁμ. Ὕμν. εἰς Δήμ. 87, κατὰ τὸν Voss.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
habiter avec, τινι.
Étymologie: μετά, ναιετάω.
Greek Monotonic
μεταναιετάω: συγκατοικώ, τινί, σε Ομηρ. Ύμν.