Εὐδαίμονες οἷσι κακῶν ἄγευστος αἰών → Blessed are those whose lives have no taste of suffering
3ᵉ pl. pf. épq. de ποτάομαι.
see ποτάομαι.
πεποτήαται: эп. 3 л. pl. pf. к ποτάομαι.