συβότης

From LSJ
Revision as of 08:48, 1 January 2019 by Spiros (talk | contribs) (nl)

ἔξαψις σφοδρὰ μετὰ πολλῆς βίας πίπτουσα ἐπὶ γῆς → a violent flare-up falling on the ground with great force, thunder and lightning

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σῠβότης Medium diacritics: συβότης Low diacritics: συβότης Capitals: ΣΥΒΟΤΗΣ
Transliteration A: sybótēs Transliteration B: sybotēs Transliteration C: syvotis Beta Code: subo/ths

English (LSJ)

ου, ὁ,= συβώτης, Arist.Po.1454b28, Hsch., Gloss.

German (Pape)

[Seite 961] ὁ, = συβώτης, B. A. 361.

Greek (Liddell-Scott)

σῠβότης: -ου, ὁ, = συβώτης, Ἀριστ. Ποιητ. 16, 4· «συβότας· χοιροβοσκοὺς» Ἡσύχ.: πρβλ. Ἰακώψ. εἰς Αἰλ. 8. 19.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(δ. γρφ.) βλ. συβώτης.

Greek Monolingual

ὁ, Α
(δ. γρφ.) βλ. συβώτης.

Greek Monotonic

σῠβότης: -ου, ὁ=συβώτης, σε Αριστ.

Russian (Dvoretsky)

σῠβότης: ου ὁ Arst. v. l. = συβώτης.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συβότης -ου, ὁ zie συβώτης.