συ
From LSJ
οἱ τοῖς πέλας ἐπιβουλεύοντες, λανθάνουσι πολλὰκις ὑφ' ἑτέρων τοῦτ' αὐτὸ πάσχοντες → when people plot against their neighbours, they fall victim to the same sort of plot themselves
Greek Monolingual
σύ ΝΜΑ
(προσ. αντων. β’ προσ.) βλ. εσύ.
Greek Monolingual
σύ ΝΜΑ
(προσ. αντων. β’ προσ.) βλ. εσύ.
Russian (Dvoretsky)
συ: (перед σ с последующим согласным, перед ζ и иногда перед ξ) = συν-.