ἐγκατατίθεμαι
From LSJ
Ἱστοὶ γυναικῶν ἔργα κοὐκ ἐκκλησίαι → Muliebre telae sunt opus, non contio → Der Webstuhl ist der Frau Geschäft, nicht Politik
Greek Monotonic
ἐγκατατίθεμαι: Μέσ., ἱμάντα τεῷ ἐγκάτθεο κόλπῳ (Επικ. προστ. αόρ. βʹ) βάλε, τοποθέτησε τον ιμάντα γύρω από τη μέση σου, σε Ομήρ. Ιλ.· ἄτην ἑῷ ἐγκάτθετο θυμῷ, συσσωρευμένο, κληροδοτημένο κακό στην καρδιά του, σε Ομήρ. Οδ.· τελαμῶνα ἑῇ ἐγκάτθετο τέχνῃ, που σχεδίασε, φιλοτέχνησε την ζώνη με την τέχνη του, στο ίδ.