ταμπλάς

From LSJ
Revision as of 12:49, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (40)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Οὐ χρὴ φέρειν τὰ πρόσθεν ἐν μνήμῃ κακά → Mala pristina haud oportet ferre in memoria → Du darfst nicht im Gedächtnis tragen früheres Leid

Menander, Monostichoi, 435

Greek Monolingual

(I)
και ταβλάς, ο, Ν
1. ξύλινος δίσκος πάνω στον οποίο τοποθετούν οι πλανόδιοι πωλητές το εμπόρευμά τους («του έπεσε ο ταμπλάς με τα κουλούρια»)
2. ο δίσκος, το τάσι της ζυγαριάς
3. τετράγωνη σανίδα θύρας, θυροφυλλου ή επίπλου τοποθετημένη μέσα σε πλαίσιο, αλλ. τύμπανο
4. μεγάλος ξύλινος δίσκος πάνω στον οποίο τοποθετούνται ποτήρια, πιάτα και άλλα μαγειρικά σκεύη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. tabla].———————— (II)
ο, Ν
ο νταμπλάς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. damla (βλ. και λ. νταμπλάς].